Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Προς ένα νέο δίκτυο επιστημονικών συμβούλων της αυτοδιοίκησης

Κάθε περιφέρεια και δήμος έχει το δικαίωμα να προσλαμβάνει «ειδικούς συμβούλους» ή «επιστημονικούς συνεργάτες», βάσει των διατάξεων του 163 Ν. 3584/2007. Η διαφορά, σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο, έγκειται στο ότι για κάθε επιστημονικό συνεργάτη απαιτείται «επιπλέον και διδακτορικό δίπλωμα ή τίτλος μεταπτυχιακών σπουδών Ανώτατης Σχολής της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή αξιόλογες ειδικές μελέτες, σχετιζόμενα με το αντικείμενο της απασχόλησης τους». Παρατηρείται ότι οι περιφέρειες και οι δήμοι της χώρας επιλέγουν την πρόληψη «ειδικών συμβούλων» και όχι την πρόσληψη «επιστημονικών συνεργατών», που είναι κάτι πιο συγκεκριμένο και απαιτητικό ως προς τις γνώσεις, το πεδίο του έργου και τα πεπραγμένα τους.

Συνήθως, λοιπόν, τα κριτήρια επιλογής των ειδικών συμβούλων δεν είναι ικανοποιητικώς αξιοκρατικά και διαφανή, καθώς, αποτελεί «κοινό μυστικό» ότι προτιμώνται υποψήφιοι, στελέχη, συγγενείς ή φίλοι της επικρατούσας δημοτικής ή περιφερειακής παράταξης, αρκεί να έχουν ένα απλό ΠΕ ή ΤΕ πτυχίο, χωρίς περαιτέρω εξειδικευμένες γνώσεις ή χωρίς ιδιαίτερη επαγγελματική εμπειρία, σε σχέση με συνυποψηφίους τους. Αυτό συμβαίνει διότι μέχρι σήμερα δεν διασφαλίζεται η πρόσληψη συμβούλων με τα περισσότερα προσόντα, αφού η επιλογή αυτή γίνεται από τον εκάστοτε δήμαρχο ή περιφερειάρχη βάσει προσωπικών κριτηρίων (και των γνωστών πελατειακών λογικών), χωρίς υποχρέωση μοριοδότησης των υποψηφίων ή οποιονδήποτε επίσημων κριτηρίων αξιολόγησης. Εν γένει, φαίνεται ότι οι αυτοδιοικητικοί τείνουν να χρησιμοποιούν αυτούς τους ειδικούς συμβούλους για την επανεκλογή τους και όχι για να παράξουν συντονισμένο και ουσιαστικό έργο όπως αναμένουν οι πολίτες, από τους οποίους οι σύμβουλοι αμείβονται.

Επιπλέον, μετά την πρόσληψη των συμβούλων αυτών, συνήθως παρατηρείται ότι οι επιλεχθέντες δεν ασχολούνται με τα προκηρυγμένα αντικείμενα σε επίπεδο στρατηγικού σχεδιασμού ή εφαρμογής (που είναι και τα ζητούμενα), αλλά σε επίπεδο γραμματειακής υποστήριξης ή γραφειοκρατικής εργασίας ή, ακόμα, ασχολούνται με άλλα άσχετα με την ειδίκευσή τους αντικείμενα (αφού, συνήθως, καλύπτουν σκόρπιες και άτακτες ανάγκες των αιρετών προϊσταμένων τους). Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την έλλειψη ξεκάθαρων στρατηγικών στόχων και με την έλλειψη συντονισμού και επικοινωνίας μεταξύ τους, οδηγούν στην παραγωγή αμφιλεγόμενου έργου.

Ερώτημα: τι χρειαζόμαστε περισσότερο, συμβούλους πολιτικών προσώπων για τη συνέχιση της πολιτικής τους σταδιοδρομίας ή ουσιαστική υποστήριξη του έργου των υπηρεσιών για τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας;

Η πρόταση

Θα μπορούσε, λοιπόν, να γίνει μια τροποποίηση του «Καλλικράτη» ως προς την επιλογή συμβούλων, ώστε να γίνεται υποχρεωτική επιλογή συμβούλων της υψηλότερης δυνατής κατάρτισης (και όχι απλά ΠΕ ή ΤΕ). Οι σύμβουλοι αυτοί θα είχαν πολλά να προσφέρουν στους τομείς ειδίκευσής τους, συνεισφέροντας σε ένα συντονισμένο σχεδιασμό και σε μια μεθοδική υλοποίηση μιας νέας αναπτυξιακής πολιτικής. Αυτό πιστεύω ότι θα βοηθούσε σημαντικά το έργο της αυτοδιοίκησης, ειδικά από τη στιγμή που: α) στο χώρο της αυτοδιοίκησης υπάρχουν δομές αμφίβολης αποτελεσματικότητας και παραγωγής έργου, των οποίων η συνέχιση λειτουργίας τους θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά και β) οι πόροι για τέτοιες προσλήψεις υπάρχουν (και δαπανώνται με άλλο τρόπο).

Το προτεινόμενο δίκτυο επιστημονικών συμβούλων της Περιφέρειας και του Δήμου, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσε να αποτελέσει μια ισχυρή αναπτυξιακή δομή και ένα εξαιρετικό δίκτυο παροχής έργου υψηλής ποιότητας. Έτσι, οι πολιτικοί θα αναγκαστούν να αποδυναμώσουν τις (περισσότερο) προσωπικές ομάδες εργασίας τους και να προσαρμοστούν σε νέες δομές που θα λειτουργούν προς (μεγαλύτερο) όφελος του κοινωνικού συνόλου, βάσει σύγχρονων γνώσεων, προδιαγραφών, τάσεων και αναγκών.

Οι στόχοι τους (ενδεικτικά, παραθέτω κάποιους γενικούς/θεματικούς και κάποιους πιο ειδικούς στόχους) θα μπορούσαν να είναι οι εξής:

- η συνδυαστική αξιοποίηση πρωτογενούς τομέα-μεταποίησης-τουρισμού-πολιτισμού (ειδικά για τα νησιά),
- ο σχεδιασμός ολοκληρωμένης και βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης,
- η ενίσχυση πρόσβασης, χρήσης και ποιότητας των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση της παράδοσης και της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς μας και η μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας,
- η προώθηση έρευνας και καινοτομίας σε συνεργασία με τα Περιφερειακά Συμβούλια Καινοτομίας,
- η σύνδεση έρευνας-αγοράς,
- η προστασία, η διαχείριση, ο σχεδιασμός και η ανάδειξη του περιβάλλοντος, της βιοποικιλότητας και του τοπίου μας, προς βελτίωση τόσο του τουριστικού προϊόντος όσο και της ποιότητας ζωής,
- οι σύγχρονες δυναμικές του κοινωνικού κεφαλαίου,
- η εκπόνηση στρατηγικών σχεδιασμών και μελετών (που συνήθως ανατίθενται σε μεγάλα ιδιωτικά γραφεία και αφότου εκπονηθούν, καταλήγουν σε συρτάρια και δεν υλοποιούνται),
- η δημιουργία και διάδοση Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων (ΚοινΣΕπ) και η συνεχής στήριξη και προώθηση της κοινωνικής οικονομίας,
- η σύνδεση αυτοδιοίκησης, τοπικής κοινωνίας και πανεπιστημίων (λ.χ. στα πανεπιστήμια γίνονται έρευνες, αναπτύσσονται εφαρμογές και εκπονούνται εργασίες που είναι άγνωστες στο ευρύ κοινό και στο μεγαλύτερο βαθμό μένουν αναξιοποίητες, ενώ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τις τοπικές κοινωνίες συχνά χωρίς ή με ελάχιστο κόστος),
- ο ενεργειακός σχεδιασμός και η αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας,
- η παροχή καθημερινής βοήθειας σε επιχειρήσεις προς ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους, καθώς και η δικτύωση επιχειρηματιών (clusters) προς επίτευξη κοινών στόχων (π.χ. δημιουργία καλαθιού τοπικών προϊόντων, αλληλο-υποστηριζόμενες δράσεις τοπικών επιχειρήσεων ή και ερευνητικών φορέων),
- η ανάπτυξη συνολικής τοπικής/νησιωτικής ταυτότητας (brand name),
- η προώθηση της τυποποίησης τοπικών προϊόντων, η δημιουργία προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, η δημιουργία προϊόντων ονομασίας προέλευσης και η διασύνδεση με τουρισμό, κλπ,
- η ενσωμάτωση καινοτομιών και ποιοτική αναβάθμιση σε όλη τη διαδικασία παραγωγής και διακίνησης προϊόντων,
- η δημιουργία και ανάπλαση κοινόχρηστων και πράσινων χώρων,
- η ορθή και ολοκληρωμένη διαχείριση αποβλήτων προς συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας και η αξιοποίηση ευκαιριών παραγωγής νέων καινοτόμων προϊόντων
- η ολοκληρωμένη διαχείριση ελαιώνων και η διασφάλιση ποιότητας με συνεχή εκπαίδευση και επιμόρφωση παραγωγών σε κατάλληλες καλλιεργητικές πρακτικές,
- κ.α.

Οι παραπάνω στόχοι θα έχουν συγκεκριμένα παραδοτέα σε συγκεκριμένους χρονοδιαγράμματα που θα τεθούν, όπως συμβαίνει σε όλα τα σοβαρά projects. Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή σε Δήμο και Περιφέρεια εργάζονται τουλάχιστον δέκα (10) ειδικοί σύμβουλοι με έδρα τη Λέσβο, οι θέσεις των οποίων θα μπορούσαν να καλυφθούν από το καλύτερο εξειδικευμένο (σε αντικείμενα που ανταποκρίνονται στους παραπάνω στόχους) ανθρώπινο δυναμικό του τόπου, το οποίο χειραφετημένο από τις καθημερινές ανάγκες των προϊσταμένων τους (που, ενδεχομένως, να μπορούν να καλυφθούν από άλλους υπαλλήλους) και με συγκεκριμένη στοχοθεσία και συνεργασίες, θα μπορούσε να κάνει "θαύματα"...

Τέλος, θα ήθελα να τονίσω ότι η Πολιτεία οφείλει να προσπαθήσει να εφαρμόσει (με πράξεις και όχι με λόγια) αυτό που έχει διαμηνυθεί σε ποικίλους τόνους και με διαφόρους τρόπους (από την κυβέρνηση, από αυτοδιοικητικούς φορείς, από εκπαιδευτικά ιδρύματα, αναπτυξιακούς φορείς, κλπ): βασικός σκοπός της χώρας μας πρέπει να είναι η συγκράτηση των επιστημόνων και του δυναμικού της υψηλής εξειδίκευσης/κατάρτισης προς αποφυγή του φαινομένου “brain drain”, δηλαδή της "διαρροής" επιστημονικού - και υψηλής εξειδίκευσης - προσωπικού στο εξωτερικό και η αξιοποίησή τους για την επίτευξη μιας βιώσιμης ανάπτυξης.

Τα παραπάνω αποτελούν κάποιες πρώιμες μου σκέψεις, που θα μπορούσαν να καταλήξουν σε μια ολοκληρωμένη ριζοσπαστική πρόταση/μεταρρύθμιση που θα οδηγήσει σε αναζωογόνηση της τοπικής μας αυτοδιοίκησης.

Βαγγέλης Σπ. Παυλής
Διδάκτωρ-Ερευνητής

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Συντεχνίες: Μια σημαντική μορφή οργάνωσης του Νέου Ελληνισμού

Σήμερα η μορφή της οικονομίας μας είναι ανταγωνιστική. Οι επιχειρήσεις έχουν σκοπό την εξαγωγή κέρδους προς αύξηση του μεριδίου τους στην αγορά. Το κυρίαρχο δόγμα της καπιταλιστικής οικονομίας είναι η επίτευξη του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους με το μικρότερο δυνατό κόστος. Αυτό υπηρετείται καλύτερα από την ιδεολογία του φιλελευθερισμού, η οποία κέρδισε την πολιτική και ιδεολογική μάχη κατά τη διάρκεια του Διαφωτισμού (έναντι του εκπεσόντος συντηρητισμού, που σίγουρα απαιτούσε επαναπροσέγγιση/επαναθεώρηση μετά την κατάρρευση του φεουδαρχικού συστήματος στην Ευρώπη). Η Βιομηχανική Επανάσταση, με τη σειρά της, υπηρέτησε πιστά το νέο μοντέλο… Σήμερα τα κράτη λειτουργούν σε μια ελεύθερη οικονομία, βάσει της οποίας ο Άνθρωπος καλείται να υπηρετεί το Κέρδος. Οι πολίτες χάνουν σιγά-σιγά την «αίσθηση της κοινότητας» για χάρη του ατομι(κι)σμού. 

Ας δούμε, όμως, τι υπήρχε παλαιότερα… ποια ήταν η οικονομική και επαγγελματική οργάνωση κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου στην Ελλάδα; Διότι πρέπει να γνωρίζουμε ποια είναι η κληρονομιά μας, όχι μόνο η αρχαία, αλλά και η νεότερη. Τότε, η συντεχνία (esnaf-συνάφι) ήταν ο πυρήνας της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Ήταν ένας συνεταιρισμός τεχνιτών ιδίου κλάδου που βασίζονταν στην συνεργατικότητα και στην κοινοκτημοσύνη, στην συνεκμετάλλευση της περιουσίας και την αναλογική κατανομή εισοδήματος, υπάγονταν σε κάποιους κανόνες (κάθε συντεχνία είχε καταστατικό- πριν το 18ο αιώνα άγραφο και μετά γραπτό) και δρούσε σε συγκεκριμένους χώρους στις πόλεις. Οι συντεχνίες ήταν κληρονομιά του Βυζαντίου (ως παράδοση, έχει ακόμα παλαιότερες ρίζες) και διατηρήθηκε επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Προήγαγαν την ιδέα του συνεργατισμού και της αυτοδιοίκησης. Μέσα από αυτές διατηρήθηκε η εθνική συνοχή και η ζωτικότητα της ελληνικής κοινωνίας. Οι κανόνες ήταν αυστηροί καθώς δεν προέβλεπαν μόνο το επαγγελματικό πλαίσιο συμπεριφοράς (π.χ. κερδοσκοπία, αθέμιτα κέρδη), αλλά και το προσωπικό/ηθικό. Όποιος δεν φέρονταν σωστά στην προσωπική του ζωή, τιμωρούνταν, καθώς θεωρούνταν ότι εξέθετε και τα υπόλοιπα μέλη. 

Βασική αρχή των συντεχνιών ήταν η παραγωγή και πώληση προϊόντων και υπηρεσιών που χρειάζονταν η κοινωνία για να καλύψεις τις ανάγκες της. Υπήρχε έλεγχος τόσο στην ποιότητα (πρώτες ύλες, τόπος, χρόνος, κλπ) όσο και στις τιμές. Η συνεταιρική ιδέα των συντεχνιών περιόριζε την εκμετάλλευση τόσο του εργάτη από τον εργοδότη, όσο και του παραγωγού από τους μεσάζοντες και διατηρούσε τα επαγγελματικά μονοπώλια. Μονάχες οι συντεχνίες επέλεγαν τη διοίκησή τους, την οποία απλά επικύρωνε ο Τούρκος Μουφτής ή ο Καδής (ο οποίος ασκούσε αποτελεσματικότερη διοίκηση και εισέπραττε ευκολότερα τους φόρους, λόγω αυτής της οργάνωσης). Επικεφαλής της συντεχνίας ήταν ο αρχιμάστορας, ο οποίος ορίζονταν από τους μάστορες που είχαν το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι (με προφορική ψηφοφορία). Οι "μάστορες" ήταν οι επικεφαλής/ιδιοκτήτες των εργαστηρίων, οι "καλφάδες" ήταν οι εργαζόμενοι και τα "τσιράκια" οι μαθητευόμενοι που ανελάμβαναν και τις εργασίες καθαρισμού. Οι χριστιανοί και οι μουσουλμάνοι είχαν ξεχωριστές συντεχνίες, αν και οι Τούρκοι ήταν συνήθως στρατιωτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, γεωργοί, κλπ, όχι τεχνίτες ή έμποροι.   

Υπήρχαν εκατοντάδες συντεχνίες: των ραφτάδων, των καποτάδων, των ταμπάκηδων, αλεβράδων, των χτιστάδων, των σοβατζήδων, των πελεκάνων, των ξυλογλυπτών, των χρυσοχόων, των αγγειοπλαστών, των κεραμιστών, των ζωγράφων, των μεταλλουργών, των μεταξουργών, των αρτοποιών, των ιχθυεμπόρων, των χαλκωματάδων, των γουναράδων, κ.α. Το εμπόριο ήκμασε, ιδιαίτερα μετά το 17ο αιώνα και ειδικά τον 18ο αιώνα, όταν άνοιξαν περισσότερο οι εμπορικοί δρόμοι δια θαλάσσης και στεριάς και η ελληνική διασπορά επεκτείνεται σε όλη την Ευρώπη, γύρω από τη Μαύρη Θάλασσα και στη Ρωσία. Όμως η άνοδος της καπιταλιστικής βιομηχανίας σε Αγγλία και Γαλλία σιγά-σιγά μείωσε το κόστος παραγωγής, εκτόπισε την χειροτεχνική παραγωγή και διέδωσε φτηνά και χαμηλής ποιότητας προϊόντα ου παράγονταν μαζικά στα εργοστάσια. Όλα αυτά άρχισαν να έχουν καταστροφικές συνέπειες στην τοπική οργανωμένη παραγωγή που αναπτύσσονταν αλματωδώς. 

Οι συντεχνίες συνέβαλλαν σημαντικά στον πολιτισμό και στην κοινωνική πρόνοια. Κάθε συντεχνία είχε το δικό της προστάτη-άγιο, στο όνομα του οποίου γίνονταν εορτές και πανηγύρια στα οποία συμμετείχαν όλοι οι πολίτες. Ήταν σημαντικά πολιτισμικά δρώμενα της εποχής. Είχε όμως και σημαντική κοινωνική δράση, καθώς το κοινό ταμείο ήταν η «κάσσα» (με έσοδα από τη μηνιαία ή ετήσια συνεισφορά μελών από πρόστιμα/ποινές, δωρεές, κλπ). Όταν κάποιο μέλος είχε ανάγκη, τον βοηθούσε η συντεχνία, η οποία του παρείχε μιας μορφής κοινωνική ασφάλιση. Γενικά από αυτό το ταμείο βοηθούνταν άρρωστοι, γέροι, χήρες, ορφανά, νόθα παιδιά και φτωχοί, ανεξάρτητα αν ήταν χριστιανοί ή μουσουλμάνοι. Επίσης μέσω των συντεχνιών κατασκευάστηκαν ή συντηρήθηκαν εκκλησίες (οι συντεχνίες είχαν στενή σχέση με την Εκκλησία), διαφυλάχθηκε η πώληση ιερών κειμηλίων, απελευθερώθηκαν κρατούμενοι, αλλά το σημαντικότερο, κατασκευάστηκαν πολλά ελληνικά σχολεία, μισθώθηκαν δάσκαλοι, εκπαιδεύτηκαν δωρεάν άποροι, τυπώθηκαν βιβλία, σπούδασαν παιδιά και προήχθη σε μεγάλο βαθμό ο ρόλος της παιδείας σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις παρελάσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι συντεχνίες παρελαύναν μετά τους στρατιώτες πάνω σε εξέδρα με ρόδες που έσερναν βόδια ενώ ασκούσαν την τέχνη τους, παρουσιάζοντάς την στο κοινό. Οι συντεχνίες μας σε μεγάλο βαθμό διαφύλαξαν το ήθος και τις αξίες της τότε ελληνικής κοινωνίας. 

Αυτή, λοιπόν, είναι η νεότερη κληρονομιά μας και καλό είναι σήμερα όποιος/α μιλάει για συντεχνίες να γνωρίζει την ιστορία και την αξία τους στον ελληνικό πολιτισμό και στην ελληνική πραγματικότητα. Στη σύγχρονη Ελλάδα, ο όρος «συντεχνία» έχει αρνητική χροιά. Διότι μέσω των συντεχνιών οι σύγχρονοι «αρχιμάστορες» εξυπηρετούν τα μικροσυμφέροντά τους και αγκιστρώνονται πίσω από αυτά. Διότι εξυπηρετούνται πελατειακές σχέσεις και γίνονται ρουσφέτια (από την τουρκική λέξη rüşvet). Η διασφάλιση των προνομίων έχει γίνει ο αυτοσκοπός τους. Οι συντεχνίες φαίνεται πλέον να έχουν απολέσει τη σημασία και το ρόλο τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ζωή του τόπου, αλλά και την αίσθηση του ανήκειν σε ένα ευρύτερο σύνολο. Θα πρέπει να διδαχθούν από το παρελθόν τους και να συντελέσουν στην ανάπτυξη μιας νέας μορφής κοινοτισμού που να ανταποκρίνεται στα δικά μας πρότυπα, στις δικές μας ανάγκες, λειτουργίες, ιδιαιτερότητες και αξίες.





ΥΓ: Πέρα από τις συντεχνίες, υπήρχαν οι «κομπανίες», οι «σερμαγιές», τα «τσελιγκάτα» και τα «μπουλούκια». Οι κομπανίες ήταν συνασπισμοί εμπόρων που συμφωνούσαν να λειτουργήσουν ομαδικά, ενώσουν το κεφάλαιο, τις δυνάμεις και τους στόχους τους, τόσο για θέματα ασφαλείας στη μετακίνηση, όσο και για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στην πώληση των προϊόντων τους. Η σερμαγιά ήταν οικονομική κοινοπραξία για τη ναυπήγηση πλοίων, για το οποίο απαιτούνταν μεγάλο μετοχικό κεφάλαιο και βοήθησε στην άνθιση του ελληνικού εμπορικού ναυτικού, ιδίως από το 1770 μέχρι το 1812. Τα τσελιγκάτα ήταν συνενώσεις μετακινούμενων κτηνοτρόφων για την ασφαλή μετακίνηση και την καλύτερη διάθεση της παραγωγής. Τα μπουλούκια ήταν μετακινούμενες ομάδες/συνεργεία τεχνιτών που παρείχαν υπηρεσίες σε πιο απρόσιτα χωριά και περιοχές (έφταναν μέχρι τα βάθη της Μ.Ασίας ή τα ορεινά της βαλκανικής) και επέστρεφαν μετά αρκετούς μήνες. Όλα τα παραπάνω χαρακτηρίζονταν από αξιοθαύμαστους συνεργατικούς τρόπους λειτουργίας. 


Πηγές:

- Διαλέξεις της Αναπληρώτριας Καθηγήτριας Ευθυμίου Μαρίας στο πλαίσιο του διαδικτυακού μαθήματος «Ένα τέλος, μια αρχή: Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 11ος – 18ος αιώνας», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

- Αγγελική Χατζημιχάλη, «Μορφές από τη σωματειακή οργάνωση των Ελλήνων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία: Οι συντεχνίες - Τα ισνάφια», L'Hellenisme Contemporain, Αθήναι 1953

- Νικολάι Τοντόροφ, «Η βαλκανική πόλη. 15ος-19ος αιώνας», εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1986